ΔΙΟΣΚΟΡΙΔΟΥ
Ἡ πιθανή μ’ ἔτρωσεν Ἀριστονόη, φίλ’ Ἄδωνι,
κοψαμένη τῇ σῇ στήθεα πὰρ καλύβῃ.
εἰ δώσει ταύτην καὶ ἐμοὶ χάριν, ἢν ἀποπνεύσω,
μὴ προφάσεις, σύμπλουν σύμ με λαβὼν ἀπάγου.
πῐθᾰνός & overtuigend
τιτρώσκω & verwonden
κόπτω & slaan
καλύβη & hut, cabine
ἀποπνέω & (de laatste) adem uitblazen
πρόφᾰσις & voorwendsel, verontschuldiging
συμπλέω & meevaren