ΡΟΥΦΙΝΟY
Λέμβιον, ἡ δ’ ἑτέρα Κερκούριον, αἱ δύ’ ἑταῖραι
αἰὲν ἐφορμοῦσιν τῷ Σαμίων λιμένι.
ἀλλά, νέοι, πανδημὶ τὰ λῃστρικὰ τῆς Ἀφροδίτης
φεύγεθ’· ὁ συμμίξας καὶ καταδὺς πίεται.
ἐφορμέω & voor anker liggen
λῐμήν & haven
πανδημεί & met alle macht, met alle mensen
λῃστρικός & piraten-
καταδύω & onderdompelen
πῑεται & πίνω: fut ind mid 3rd sg