AP.5.13


ΦΙΛΟΔΗΜΟΥ


Ἑξήκοντα τελεῖ Χαριτὼ λυκαβαντίδας ὥρας, 

  ἀλλ’ ἔτι κυανέων σύρμα μένει πλοκάμων,

κἀν στέρνοις ἔτι κεῖνα τὰ λύγδινα κώνια μαστῶν

  ἕστηκεν, μίτρης γυμνὰ περιδρομάδος,

καὶ χρὼς ἀρρυτίδωτος ἔτ’ ἀμβροσίην, ἔτι πειθὼ 

  πᾶσαν, ἔτι στάζει μυριάδας χαρίτων.

ἀλλὰ πόθους ὀργῶντας ὅσοι μὴ φεύγετ’, ἐρασταί,

  δεῦρ’ ἴτε, τῆς ἐτέων ληθόμενοι δεκάδος.


λυκαβας & <lichtgang>, jaar, maand, etmaal 

κυανέω & donker van kleur zijn

σύρμα & sleep spoor 

πλοκάμων & lokken, vlechten 

το στέρνον & borst 

λύγδινος & marmer-wit 

μίτρα & gordel  

περιδρομος & rondlopend, omgevend 

χρὼς & huid: lichaam, huidskleur  

ἀρρυτίδωτος & ongerimpeld 

ἀμβροσίος &  onstervelijk, goddelijk  

πειθω & overreden   

πειθος & overtuigend   

στάζω & druppelen 

πόθος & innig verlangen, gemis  

πόθος & liefde, verliefdheid 

ὀργαω  & rijp worden, klaar zijn  

ὅσος & zoveel, zo groot 

ληθω & λανθανω  

λανθανω  & verbergen 

λανθανομαι  & vergeten